17/6/15

Ισχύς και Ειλικρίνεια, μέρος 3ο



Πράξη και Θεωρία

Για να καταλάβουμε τη χρησιμότητα των ιδανικών στα οπλοστάσια θεωρίας των οικουμενικών ιδεολογημάτων, αρκεί να δούμε τη χριστιανική απολογητική. Το οικουμενικό ιδεολόγημα του Χριστιανισμού (απέναντι στις παραδοσιακές θρησκείες ο Χριστιανισμός είναι ένα ιδεολόγημα) αποτέλεσε το κύριο όχημα του Κοσμοπολιτισμού κατά την εποχή της μεσογειακής εξάπλωσης του τελευταίου- ήταν, μπορούμε να πούμε, η νεωτερικότητα της ύστατης αρχαιότητας, η νέα τάξη πραγμάτων μιας κυρίαρχης αυτοκρατορίας που αναζητούσε ανασφαλείς και στρατευμένες μειοψηφίες για να την κυβερνήσουν. Ως εκ τούτου, ο Ιουδαιοχριστιανισμός αποτέλεσε πρότυπο και επιρροή για μεταγενέστερες παραφυάδες με μεταφυσικό προκάλυμμα (Τεκτονισμός), είτε για άλλα οικουμενικά ιδεολογήματα κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα (Κομουνισμός, Φιλελευθερισμός).

Ένα ιδεολόγημα που αυτοεξιδανικεύεται ως η Θρησκεία της Αγάπης αντιμετωπίζει την αντίφαση όταν, στη ραγδαία και ζηλωτική προπαγάνδισή του, υλοποιείται και πραγματώνεται μέσα από εγκληματικές πράξεις και πρακτικές μίσους. Ο περισσότερο συνηθισμένος τρόπος αντιμετώπισης αυτού του παραδόξου από τη χριστιανική απολογητική είναι η αμφισβήτηση της ιστορικότητας του γεγονότος και, όταν αυτή δεν είναι δυνατή, η άρνηση της χριστιανικότητας του υποκειμένου. Δηλαδή, όταν ο απολογητής δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ιστορική συγκυρία ή να αμφισβητήσει τις ιστορικές πηγές, απλά αρνείται ότι ο εγκληματίας θα μπορούσε να είναι Χριστιανός. Αυτό που συμβαίνει εδώ είναι η καταφυγή στο ιδανικό, στη θεωρία δηλαδή ενός ιδεολογήματος η οποία δεν διαφθείρεται από καμμία πράξη, πόσο μάλλον όταν μπορεί να επικοινωνείται και να προπαγανδίζεται αποτελεσματικά- στον κόσμο αυτόν του ιδανικού Χριστιανισμού όποιος δεν πράττει ιδανικώς χριστιανικά παύει να είναι Χριστιανός. Το δόγμα πιστώνεται έτσι τις καλοσύνες των οπαδών του αποφεύγοντας να χρεωθεί τις αγριότητές τους. Αγριότητες, πάντως, που αναιρούνται από το ίδιο δόγμα κατά περίσταση, και πάλι με επίκληση του ιδανικού (Μετάνοια, Συγχώρεση).

Όμως γιατί να παραχωρήσει ένας Έλληνας σε ένα χριστιανό τη δυνατότητα της καταφυγής στο ιδανικό; Ο προχριστιανικός και ο ελληνικός κόσμος δεν γνώριζε τον βίαιο προσηλυτισμό, ούτε τον ιερό πόλεμο. Ο αρχαίος κόσμος σκότωνε για τη στρατιωτική επιβολή της κοινότητας και του έθνους, για την πολιτική και την εξουσία, την αντεκδίκηση του οίκου και της φατρίας ή, αν αποδεχθούμε τη μομφή του αγριανθρώπου, απλώς επειδή μπορούσε. Αλλά δεν σκότωνε για την αγάπη και την ελευθεριότητα, δεν σκότωνε για τη δικαιοσύνη και την ισότητα, δεν σκότωνε για την ανεκτικότητα και τον ανθρωπισμό. Δεν εγκληματούσε εις το όνομα της αθωότητας. Ο αρχαίος κόσμος δεν υποκρινόταν εδώ, δεν κοροϊδευόταν- το θείον ήταν πολύ ισχυρό για να είναι απαθές, αλλά και πολύ ειλικρινές για να αντιστρέφει τον εαυτό του.


Ειλικρίνεια

Ο διάλογος Αθηναίων και Μηλίων έχει γίνει μια ακόμη περίπτωση Αντιγόνης εναντίον Κρέοντα, όπου οι υποστηρικτές της νεωτερικής, μηχανιστικής και ατομικιστικής κουλτούρας εξετάζουν την αρχαιότητα όχι για να την κατανοήσουν, αλλά για να προσδώσουν ιστορικό εύρος και κύρος στις ιδεολογικές τους παραδοξότητες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι Αθηναίοι γίνονται στόχοι της νεωτερικής καταδίκης ως εκφραστές 'εξουσιαστικής ασυδοσίας', 'κυνισμού' και 'ιμπεριαλισμού' και εμείς γινόμαστε μάρτυρες των συναινούντων πειραματόζωων της πιο εξελιγμένης κοινωνικής μηχανικής, καθώς προσπαθούν να κολάσουν μια ισχύ τόσο ειλικρινή ώστε να δηλώνεται ανοιχτά ως τέτοια, σχεδόν αναλαμβάνοντας το δικό της μερίδιο ιστορικής αδικίας.

Οι νεωτερικές αναλύσεις του θουκιδίδειου διαλόγου, προερχόμενες είτε από την αριστερά της ρωμιοσύνης και της αναρχίας ή από τη δεξιά της 'αριστοκρατίας', συνεπικουρούνται και από την διαιώνιση τριών βασικών σφαλμάτων. Το πρώτο είναι τα περί αθηναϊκού ιμπεριαλισμού, κάτι που αναιρείται άμεσα από τον εθνικό και όχι πολυεθνικό χαρακτήρα της αθηναϊκής ηγεμονίας. Δεύτερο, τα περί ουδετερότητας των Μηλίων, σφάλμα που η αρχαιολογική έρευνα έχει καταδείξει εδώ και μισόν αιώνα τουλάχιστον. [9] Και τρίτο, η καθαρή ασχετοσύνη προς τα διαδεδομένα ήθη της αρχαιότητας όπου ο αφανισμός της ηττημένης κοινότητας ήταν μια, ακραία μεν, καθ'όλα υπαρκτή δε πιθανότητα. [10]

Ο διάλογος Αθηναίων και Μηλίων δεν είναι "μνημείο πολιτικού κυνισμού" ούτε "λόγος περί της αλαζονείας της δύναμης". Αντιθέτως, είναι μέτρο της χαμένης αξιοπρέπειας και της αφανισμένης ειλικρίνειας ενός 'δυτικού' ανθρώπου που αντιλαμβάνεται την παρακμή του όλο και λιγότερο.

«κανείς μέχρι σήμερον δεν απέφυγε την πλεονεξίαν προτιμήσας το δίκαιον, οσάκις του εδόθη η ευκαιρία ν'αποκτήση κάτι δια της δυνάμεως του. Άξιοι επαίνου είναι εκείνοι, οι οποίοι ακολουθήσαντες τους φυσικούς νόμους των ανθρώπων και γενόμενοι ηγεμόνες άλλων, εδείχθησαν δικαιότεροι από όσον επιτρέπει η δύναμις των. Ημείς τουλάχιστον νομίζομεν ότι αν ελάμβανον άλλοι την ιδική μας εξουσίαν, θα απεδείκνυον λαμπρότατα ότι είμεθα επιεικείς»



Αργυροί στατήρες από τον Κρότωνα, περί τα 420 παχχ. Στη μια όψη ο Ηρακλής
ένθρονος ως ήρωας οικιστής, στην άλλη ο Απόλλων τοξεύει τον όφι Πύθωνα.
Από το 510 έως και τα μέσα του 5ου αι. οι αθλητικοί Κροτωνιάτες εξεστράτευαν
κατά των φιλήδονων Συβαριτών, κατανικώντας τους και εποικίζοντας την πόλη τους.


Σημειώσεις

[9] Το όνομα των Μηλίων εμφανίζεται δύο φορές στην, χρονολογούμενη ανάμεσα στα έτη 428 και 421 π.α.χ.χ. ενεπίγραφη στήλη IG V,1 1, η οποία είναι κατάλογος του σπαρτιατικού πολεμικού ταμείου και καταγράφει συμμαχικές εισφορές (κυρίως σε άργυρο) προς τη Σπάρτη. Όπως μας πληροφορεί ο W.T. Loomis, τη μοναδική στο είδος της αυτή στήλη ανακάλυψε το 1730 στην εκκλησία άγιος Βασίλειος Αρκασάδων ο Γάλλος περιηγητής, βάνδαλος και αρχαιοκάπηλος Fourmont, για να την ξαναβρούν το 1860 οι Conze και Michaelis, τεμαχισμένη πλέον και εντοιχισμένη ως οικοδομικό υλικό στο υπέρθυρο του κτίσματος. Ο Loomis παραθέτει τον Adcock που χρονολογεί τη στήλη στα 427 και υποστηρίζει ότι οι εισφορές των Μηλίων έγιναν γνωστές στους Αθηναίους δίνοντάς τους αφορμή για την πρώτη επίθεση του Νικία στο νησί, το 426. Όντως στην παράγραφο 89 του -διαδραματιζόμενου το 416- διαλόγου:
«Κι εμείς λοιπόν δε θα πούμε με ωραίες φράσεις μακρούς λόγους, που δεν πρόκειται να σας πείσουν, ή ότι δίκαια έχουμε την ηγεμονία μας, επειδή νικήσαμε τους Πέρσες, ή ότι τώρα εκστρατεύουμε εναντίον σας, επειδή αδικούμαστε, κι από εσάς ζητούμε να μη νομίσετε πως θα μας πείσετε λέγοντας ότι, ή ενώ είστε άποικοι των Λακεδαιμόνιων, δεν πήρατε μέρος στον πόλεμο στο πλευρό τους ή δε μας κάματε κανένα κακό.»
οι Αθηναίοι απορρίπτουν τους ισχυρισμούς ουδετερότητας των Μηλίων, αναφερόμενοι σε "συστράτευση" Μηλίων και Λακεδαιμονίων κατά τα παρελθόντα έτη του πολέμου, μιλώντας ως το επιχείρημα αυτό να μην έχει την απαιτούμενη από την περίσταση βαρύτητα, τοποθετώντας το ωστόσο μαζί με την, καθ'όλα ισχύουσα (αλλά επίσης υποκειμενική) άποψή τους ότι δικαίως θα όφειλαν να εξουσιάζουν την Ελλάδα ως οι κύριοι νικητές των Περσικών. Η σημερινή άποψη είναι ότι οι Μήλιοι όντως συνεισέφεραν στη μητρική τους πόλη στην αρχή του πολέμου και η ουδετερότητά τους ήρθε ως ρεαλιστική προσαρμογή απέναντι στην παρατεινόμενη αθηναϊκή ναυτική κυριαρχία.

[10] Χαρακτηριστική η περίπτωση της Μυτιλήνης το 427 που γλίτωσε τη θανάτωση του ανδρικού πληθυσμού και τον ανδραποδισμό των γυναικόπαιδων για μερικές ώρες, όταν μια δεύτερη απόφαση της αθηναϊκής Εκκλησίας έφτασε στο νησί μόλις προλαβαίνοντας να ακυρώσει την πρώτη. Την ίδια χρονιά, οι Σπαρτιάτες σε συμμαχία με τους Θηβαίους εφαρμόζουν τη συγκεκριμένη τακτική επί των Πλαταιών, όπου η ερώτηση "Τι έχεις κάνει για τη Σπάρτη;" τιθόταν στους μελλοθάνατους Πλαταιείς. Άλλες περιπτώσεις είναι της Μιλήτου το 494 από τους Πέρσες, της Σκιώνης το 421 από τους Αθηναίους και της Ολύνθου το 348 από τους Μακεδόνες.




0 σχολια:

Δημοσίευση σχολίου